Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

είναι 91.

δεν έχω το χάρισμα των τίτλων, είναι σίγουρο.
έτσι κι εδώ.
το 91, είναι απλώς ένα νούμερο που μου τριβελίζει το κεφάλι, μέσα από μια φωνή τρεμάμενη.
η φωνή, τη γνώριζα καλά, τη θυμάμαι κυρίως στον κήπο της νέας μάκρης, στο οικογενειακό εξοχικό: μια ... τριάδα: η κυρία χ, ο κύριος χ, κι ο πατέρας μου, πάνω σ'εκείνες τις παλιές ξύλινες καρέκλες με το ψαθί. μπροστά τους ένα τραπεζάκι μια πιατέλα καρπούζι, τα πιατάκια, μια κανάτα κρύο νερό, κλπ.
η μάνα μου να πηγαινοέρχεται.
η κυρία χ να λέει που και που στον άντρα της: 'έλα χ, τέλειωνε, άσε να μιλήσει και κανας άλλος'.
το έλεγε χαμογελαστά κι ευτυχισμένα, χωρίς πρόβλημα, και πεπεισμένη πως αυτό που έλεγε ήταν μόνο ένα κανάκεμα στον άντρα της.
η τιμητική ήταν στους δύο φίλους: ο πατέρας μου, και ο κύριος χ.
δε βρισκόντουσαν τακτικά.
όταν όμως βρίσκονταν, μια ζωή χωρίς κανέναν καυγά ποτέ, άνθιζε στη σπάνια συνάντησή τους.
ο μπαμπάς μου ήταν κουφός από το ένα αυτί,
ο κύριος χ του άρεσε να διηγείται, είχε την τέχνη του λέγειν, την έχει μέχρι σήμερα, ο λόγος του, που τον άκουσα χτες χωρίς ούτε ένα λάθος με τη λεπτότητα και ευαισθησία του, αυτό που αναγνωρίζεις στους αγαθούς ανθρώπους.
πατημένα τα 80 και στους δυο τότε, ήταν μια χαρά η συνάντησή τους:
κουφός περίπου ο μπαμπάς έπιανε κάποιες λέξεις, κουνούσε το κεφάλι του που και που, μειδιούσε διαρκώς γιατί τον κύριο χ, έπινε νερό στ' όνομά του που λένε! τον αγαπούσε και τον αγαπούσαμε όλοι. κι ο κ.χ, χωρίς φραγμό αντιλόγου, ρητόρευε! το ζευγαράκι των φίλων ήταν ευτυχισμένο: ο ένας μίλαγε κι ο άλλος δεν άκουγε, άρα εμπόδιο κανένα στο να εκτονωθούν να ενθύμια...

τον κύριο χ τον συνάντησα χτες. ο πατέρας μου έχει συχωρεθεί εδώ κι 7 χρόνια.
ήταν μαζί με το γιο του το γιάννη, που τον έβλεπα πρώτη φορά. μόνο και που τον είδα, εκτίμησα και αγάπησα το γιο του φίλου του πατέρα μου, εκτίμησα και περιέλουσα μ'αυτή την περίεργη αγάπη που πρέπει να κρατάμε μέσα μας σαν θησαυρό, τη γυναίκα και τα παιδιά του.
υπηρετούσε τον πατέρα του, τον έφερε γιατί ο πατέρας του, ο κύριος χ. ήθελε κάτι να με ρωτήσει.
φυσικά και θα πήγαινα σπίτι του, να ακούσω από κοντά την τρεμάμενη φωνή των 91 χρόνων, είναι στοιχειώδες!
όμως χτες έβρεχε. η τρεμάμενη φωνή δεν ήθελε 'να κουραστώ': έβαλε το γιο του να τον φέρει σε μένα με το αυτοκίνητο, κι έτσι γνώρισα το γιάννη.
ο κύριος χ, με γνώριζε σε κάθε λεπτομέρεια της ζωής μου μέσω των εκμυστηρεύσεων του πατέρα μου.
έφερε λοιπόν τα αγαπημένα μου γλυκά των παιδικών μου χρόνων, τα είχα ξεχάσει ακόμη κι εγώ: εργολάβοι, που μου τα έστελνε στο βέλγιο από την αθήνα ο πατέρας μου.
μου ανέφερε τα ωράριά μου στις βιβλιοθήκες, που εντυπωσίαζαν τότε τον φτωχό πατέρα μου, τα βιβλία στην παραλία, την προσπάθειά μου να ξεφορτωθώ τους γονείς μου να γυρίσουν στην ελλάδα (ο πατέρας μου όταν πήρε σύνταξη από την ελλάδα, ήρθε και μείναμε κάποια χρόνια στο βέλγιο όλοι μαζί)...
ούτε που ξέρω γιατί τα γράφω αυτά, ούτε αν έχει νόημα κάποιοι να τα διαβάσουν.
είναι για μένα όμως σημαντικά,
ίσως και λίγο θεραπευτικά:
όταν βλέπεις 91 χρόνια να σ'αγαπούν και να σ'εκτιμούν
ενώ την ίδια εβδομάδα έχεις πικραθεί από την υπονόμευση και την υποκρισία,
ε,
πιάνουν τόπο τα παιδικά γλυκά: τα έδωσα στο νίκο, το φίλο της κόρης μου, που του άρεσαν όσο και σε μένα.

και τελικώς η ζωή συνεχίζεται μ'ένα περίεργο τρόπο, τον τρόπο της ζωής του καθενός μας.


4 σχόλια:

Μηθυμναίος είπε...

Εξαιρετικό Ελένη, με συγκίνησες!
Αυτό κι αν είναι "πάρε-δώσε" Αγάπης.
Καλημέρα!

Unknown είπε...

στράτο μου, το πιο συγκινητικό είναι η αρχοντιά αυτού του ανθρώπου: ήθελε να μην κάνω κανένα έξοδο γι'αυτό που μου ζήτησε που ούτως ή άλλως δεν υπήρχε. με παρακάλεσε να καλύψει οποιοδήποτε έξοδο θα προκύψει κλπ κλπ τον αποθάρρυνα λέγοντάς του ότι μόνο 250.000 ευρώ θέλω. αυτός όμως, μέσα στη πλαστική σακκούλα του ζαχαροπλαστείου, είχε βάλει ένα 50ρικο, λες και περσεύουν στον καθένα. συγκινήθηκα. σπίτι έχω έναν κουμπαρά για τους φτωχούς, μαζεύω όλη τη χρονιά και το νοέμβριο τα δίνω σε μια φιλανθρωπική οργάνωση που γνωρίζω εκ των ένδω. έκανα μια προσευχή για το μέλος της οικογένειάς του που βασανίζεται τώρα, κι έβαλα εκεί τα χρήματά του. όταν μου τηλεφώνησε διακριτικά, του το είπα. ξέρεις εσύ καλοντυμένε μου πώς γίνονται τα μνημόσυνα των γονιών που μας ανάστησαν: κάθε μέρα...

Μηθυμναίος είπε...

Έτσι είναι, Ελένη μου, προαπαιτούμενο σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η διαχείριση των συναισθημάτων...
Το θέμα είναι: μπορούμε να τα διαχειριστούμε; Φοβάμαι πως όχι πάντα...

Unknown είπε...

στράτο, στο δικό σου μπλογκ δεν υπάρχουν πλέον σχόλια; αν έτσι είναι δεν πειράζει, απλώς διερωτώμαι πόσο χαζή είμαι. μάλλον όσο λέει και η ορισμένη και οργισμένη κλίκα μερικών συναδέλφων... χα χα χα