δεν ξέρω αν σας έχω πει, μου άρεσε ανέκαθεν να ζωγραφίζω. μικρή δεν ήθελα κούκλες, με άφηναν παγερά αδιάφορη, μάλλον επιδείκνυα τη διαφορά μου με τους άλλους ανθρώπους, εξωτερική και εσωτερική, με το να κάνω πάντα κάπως διαφορετικά πράγματα απ' τους άλλους.
θυμάμαι τα μπεζ χαρτιά, γιατί οι γονείς μου αγόραζαν 'ιχνογραφίες' με το κιλό που λένε, πολλές μαζί μέσα σε κάτι μπεζ χαρτιά που έκαναν θόρυβο όταν τα έσκιζες, τι ωραία...
μολύβια -θυμάμαι μαύρα κυρίως-, και απορίες, πώς να ζωγραφίζω, ένα παράδειγμα: πώς να φτιάξω τους ώμους των ανθρώπων; αχ, καημένο μικρό, πού να 'ξερες τι κουβαλάνε αυτοί οι ώμοι...
η κουβέντα 'θα γίνω ζωγράφος' μου καρφώθηκε, και στο φτωχικό μας σπίτι, η αναφορά ότι 'οι ζωγράφοι πεθαίνουν στην ψάθα' ήταν ένας απορριπτικός τίτλος, που εγώ προκαλούσα κι οι άλλοι όλοι έπιαναν την επωδό, καθώς, όποιος ερχόταν στο σπίτι, του πάσαρα τα σχέδιά μου...
στην α' γυμνασίου, θυμάμαι να παίρνουμε εφημερίδα κάθε κυριακή. είχε επιφυλλίδες με υπέροχα κείμενα λογοτεχνών. θυμάμαι κάποτε τον πατούχα του κονδυλάκη, δε θυμάμαι πότε ήταν, διάβαζα αυτά τα κείμενα, διάβαζα τα μικρά νέα, -τα μεγάλα κείμενα πάντα με φόβιζαν-. έμαθα για τις εκθέσεις ζωγραφικής, και πριν πεις κίμυνο, εγώ γνωριζα τη στοά τέχνης, την γκαλλερί στο χίλτον, τις γκαλερί στην σκουφά, τέλος πάντων δε θυμάμαι πια τώρα...
είχα γίνει γνώριμη, κι όλοι νόμιζαν ότι απλώς μικροδείχνω, αλλά δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι πήγαινα πρώτη, και μετά δευτέρα γυμνασίου και σουλάτσαρα έτσι ανεξέλεγκτα και φανατικά στις γκαλερί της αθήνας. μερικοί με καλούσαν και στα εγκαίνεια!
την ίδια εποχή, στο αρσάκειο στην πλατεία βάθη, μου έδωσαν ένα κλειδάκι! ήταν το κλειδάκι από μια μικρή κάμαρα, που είχε μέσα ένα μουσαμά σε τρίποδο, και χρώματα, λάδια, και πινέλλα!!! ήταν το 'ατελιέ' μου στην α' ή β' γυμνασίου!!!. από τα βάθη της καρδιάς μου λέω ευχαριστώ, μα δεν ξέρω πρώτα-πρώτα σε ποιον! μπράβο σε όλους και μάλλον πρωτεργάτης σ' αυτό ήταν η κυρία Παραστατίδου...
να όμως που κάτι συνέβη. εντελώς εφηβικό ή προ-εφηβικό, που μου άλλαξε τη ζωή. φυσικά, τώρα πια καταλαβαίνω ότι αυτό ήταν η αφορμή. τα αίτια ήταν μάλλον πιο βαθιά και πιο αλλόκοτα.
αυτό που μου συνέβη ήταν ένα ανύπαρκτο -έτσι όπως το βλέπω τώρα, μα υπαρκτό και μεγάλο τότε- φλερτάκι!
στο πάρτι συμμαθήτριάς μου στην α' γυμνασίου, γνώρισα έναν μεγαλύτερό μου! θηρίο! ετών ίσως 18!!!
ο γιώργος, έτσι τον έλεγαν, μου γυάλισε εν ολίγοις. κι όχι μόνο αυτό! πιάσαμε κουβέντα! πω πω μεγαλείο για μένα...
κι ο γιώργος λοιπόν, με ρώτησε, σύμφωνα με τα πρωτόκολλα του φλερτ της εποχής:
οπότε, χωρίς δεύτερη σκέψη, είπα:
κι έτσι άρχισα να γράφω ποιήματα...
γιατί ποιήματα;
γιατί κανείς δε σου μιλάει για λάθη στα ποιήματα, -κι είσαι ελεύθερος-
γιατί κανείς δεν επικεντρώνεται στο τάδε νεκρό στοιχείο του συντακτικού, -κι είσαι ελεύθερος-
γιατί κανείς δεν σου δίνει τίτλο, -κι είσαι ελεύθερος-
και γιατί έχεις μπροστά σου ένα άσπρο χαρτί και έναν τοίχο, και τίποτε άλλο,
και όντως είσαι ελεύθερος.
κι έτσι άρχισα να γράφω ποιήματα που κανείς δε γνώριζε και κανείς δεν έβλεπε. έτσι είχα διορθώσει το "ψέμμα" μου, κι αυτή η διόρθωση έχει να κάνει αργότερα με τη ζωή μου στο βέλγιο, και με τη ζωή μου γενικότερα...
συνεχίζεται...
θυμάμαι τα μπεζ χαρτιά, γιατί οι γονείς μου αγόραζαν 'ιχνογραφίες' με το κιλό που λένε, πολλές μαζί μέσα σε κάτι μπεζ χαρτιά που έκαναν θόρυβο όταν τα έσκιζες, τι ωραία...
μολύβια -θυμάμαι μαύρα κυρίως-, και απορίες, πώς να ζωγραφίζω, ένα παράδειγμα: πώς να φτιάξω τους ώμους των ανθρώπων; αχ, καημένο μικρό, πού να 'ξερες τι κουβαλάνε αυτοί οι ώμοι...
η κουβέντα 'θα γίνω ζωγράφος' μου καρφώθηκε, και στο φτωχικό μας σπίτι, η αναφορά ότι 'οι ζωγράφοι πεθαίνουν στην ψάθα' ήταν ένας απορριπτικός τίτλος, που εγώ προκαλούσα κι οι άλλοι όλοι έπιαναν την επωδό, καθώς, όποιος ερχόταν στο σπίτι, του πάσαρα τα σχέδιά μου...
στην α' γυμνασίου, θυμάμαι να παίρνουμε εφημερίδα κάθε κυριακή. είχε επιφυλλίδες με υπέροχα κείμενα λογοτεχνών. θυμάμαι κάποτε τον πατούχα του κονδυλάκη, δε θυμάμαι πότε ήταν, διάβαζα αυτά τα κείμενα, διάβαζα τα μικρά νέα, -τα μεγάλα κείμενα πάντα με φόβιζαν-. έμαθα για τις εκθέσεις ζωγραφικής, και πριν πεις κίμυνο, εγώ γνωριζα τη στοά τέχνης, την γκαλλερί στο χίλτον, τις γκαλερί στην σκουφά, τέλος πάντων δε θυμάμαι πια τώρα...
είχα γίνει γνώριμη, κι όλοι νόμιζαν ότι απλώς μικροδείχνω, αλλά δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι πήγαινα πρώτη, και μετά δευτέρα γυμνασίου και σουλάτσαρα έτσι ανεξέλεγκτα και φανατικά στις γκαλερί της αθήνας. μερικοί με καλούσαν και στα εγκαίνεια!
την ίδια εποχή, στο αρσάκειο στην πλατεία βάθη, μου έδωσαν ένα κλειδάκι! ήταν το κλειδάκι από μια μικρή κάμαρα, που είχε μέσα ένα μουσαμά σε τρίποδο, και χρώματα, λάδια, και πινέλλα!!! ήταν το 'ατελιέ' μου στην α' ή β' γυμνασίου!!!. από τα βάθη της καρδιάς μου λέω ευχαριστώ, μα δεν ξέρω πρώτα-πρώτα σε ποιον! μπράβο σε όλους και μάλλον πρωτεργάτης σ' αυτό ήταν η κυρία Παραστατίδου...
να όμως που κάτι συνέβη. εντελώς εφηβικό ή προ-εφηβικό, που μου άλλαξε τη ζωή. φυσικά, τώρα πια καταλαβαίνω ότι αυτό ήταν η αφορμή. τα αίτια ήταν μάλλον πιο βαθιά και πιο αλλόκοτα.
αυτό που μου συνέβη ήταν ένα ανύπαρκτο -έτσι όπως το βλέπω τώρα, μα υπαρκτό και μεγάλο τότε- φλερτάκι!
στο πάρτι συμμαθήτριάς μου στην α' γυμνασίου, γνώρισα έναν μεγαλύτερό μου! θηρίο! ετών ίσως 18!!!
ο γιώργος, έτσι τον έλεγαν, μου γυάλισε εν ολίγοις. κι όχι μόνο αυτό! πιάσαμε κουβέντα! πω πω μεγαλείο για μένα...
κι ο γιώργος λοιπόν, με ρώτησε, σύμφωνα με τα πρωτόκολλα του φλερτ της εποχής:
'γράφεις;'κι εγώ, πώς μπορούσα να αρνηθώ; θα έχανα -σκεφτόμουν- την παρέα του!
οπότε, χωρίς δεύτερη σκέψη, είπα:
'Ναι!'τον γιώργο μεν, δεν τον ξαναείδα ποτέ, αλλά είχα πει ένα ψέμμα! έπρεπε το ψέμμα να διορθωθεί!
κι έτσι άρχισα να γράφω ποιήματα...
γιατί ποιήματα;
γιατί κανείς δε σου μιλάει για λάθη στα ποιήματα, -κι είσαι ελεύθερος-
γιατί κανείς δεν επικεντρώνεται στο τάδε νεκρό στοιχείο του συντακτικού, -κι είσαι ελεύθερος-
γιατί κανείς δεν σου δίνει τίτλο, -κι είσαι ελεύθερος-
και γιατί έχεις μπροστά σου ένα άσπρο χαρτί και έναν τοίχο, και τίποτε άλλο,
και όντως είσαι ελεύθερος.
κι έτσι άρχισα να γράφω ποιήματα που κανείς δε γνώριζε και κανείς δεν έβλεπε. έτσι είχα διορθώσει το "ψέμμα" μου, κι αυτή η διόρθωση έχει να κάνει αργότερα με τη ζωή μου στο βέλγιο, και με τη ζωή μου γενικότερα...
συνεχίζεται...