μια δασκάλα του σεραφείμ που αποχώρησε από την αθήνα, με κάλεσε στο χωριό που δίδασκε να 'δουν' τα πιτσιρίκια από κοντά ένα συγγραφέα, κι επειδή παριστάνω το συγγραφέα, με σκέφτηκε. τότε ήταν ακόμη εν ζωή ο χάρης σακελλαρίου, επέλεξα λοιπόν να μιλήσω γι' αυτόν στα παιδιά, και να πω τι έκανε αυτός με τους μαθητές του. από κει και το μπουκάλι το κρασί που σας έλεγα, με ετικέτα ενός γονιού με το όνομα και την ημερομηνία της εκδήλωσης...
δλδ φιλοξενία όχι άριστη, αλλά πέρα από λόγια.
στο χωριό όμως αυτό, υπήρχαν δύο δημοτικά σχολεία. είχε προσβληθεί ο άλλος διευθυντής που δεν είχε κάνει την εκδήλωση, γι' αυτό, ναι μεν έπρεπε να πάω και στο άλλο το σχολείο, αλλά έπρεπε να είμαι προετοιμασμένη και για τη σχετική ψυχρολουσία. ε, τι να κάνουμε, δεν πειράζει, είχε και καλό καιρό...:)
με πάνε λοιπόν στο άλλο σχολείο αυτοί που με είχαν καλέσει.
όντως, συναντάμε κάτι ψιλοαδιάφορους δασκάλους, μια μου λέει: να τον συγχωρείτε το διευθυντή, αλλά είχε ανηλειμμένες υποχρεώσεις,
λέω αλοίμονο καταλαβαίνω,
θέτε έναν καφέ
όχι μη σας κουράζω
άντε, τα παιδιά τα μαζεύουμε (μεταφράστε: άντε πάτε να σας φάνε να ησυχάσουμε).
σε δυο λεπτά βρίσκομαι σε μια αίθουσα με απίστευτη βαβούρα.
όμως η αίθουσα ήταν υπέροχη: σχολική αίθουσα μεγάλη, με τοίχους χοντρούς, παράθυρα απ' αυτά που μπορείς να κοιμηθείς στο άνοιγμά τους.
τα πιτσιρίκια, καμιά εξηνταριά, από την πρώτη στην έκτη, και να γίνεται Ο χαμός. δάσκαλος ή δασκάλα μαζί τους ΚΑΝΕΝΑΣ.
η πόρτα έκλεισε πίσω μου, και με άφησαν στο θηριοτροφείο.
τι να κάνω κι εγώ η καημένη; από κάπου έπρεπε να πιαστώ για να επιβιώσω.
μπροστά μπροστά ήταν μια παρέα με τα μαγκάκια του σχολείου κι είχαν ένα χαρτόνι διαστάσεων και το χρησιμοποιούσαν για ξίφος, και το πετούσαν από τον έναν στον άλλο.
να μιλήσω εκεί μέσα;
χα χα χα
βεβαίως και θα μιλήσω.
παίρνω το χαρτόνι έτσι ρολό τεράστιο, το πετάω σ' ένα τυπάκι απ' τα μορτάκια λέγοντάς του: 'πιάστο!'
επ...
άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα η διάδραση. 'πέτα το σε μένα!' του λέω ξανά.
επ... τι τρέχει εδώ, λένε μάλλον. θα το πετάξει και σε μένα;
μην τα πολυλογούμε, σε 5' τα πιτσιρίκια ακούγανε και περιμένανε...
η πίεση είχε καταλαγιάσει
άνοιγε στις ζωηρές καρδούλες ένα κομματάκι ενδιαφέροντος και σοβαρότητας...
σε λίγο δεν ακουγόταν τίποτα, μόνο ματάκια έβλεπες, και πιτσιρίκια να ακούνε και να μιλάνε...
σε μια στιγμή η πόρτα ξανάνοιξε. νομίζω ήταν κάποιοι δάσκαλοι και κοιτούσαν μήπως είχα ρίξει αέριο κι είχαν πεθάνει τα μικρά.
φυσικά καμιά σημασία δεν τους έδωσα, χαμογέλασα μόνο και συνέχισα με τα παιδιά...
απίστευτο.
και το πιο απίστευτο ήταν μια πιτσιρδέλα. πρέπει να 'ταν τετάρτη-πέμπτη, όχι από τα μεγάλα. με το που είπα ' αυτό ήταν παιδιά, σας ευχαριστώ πολύ, τελειώσαμε'
η μικρή ήρθε καρφωτή μ' ένα μολύβι κι ένα τετράδιο.
μπορείτε να μου γράψετε το όνομά μου εδώ στα αραβικά;
η πόρτα άνοιξε να φύγουν στο διάλειμα. μια ουρά όμως πιτσιρικάκια, ίσως όλα; που να ξέρω; ήταν εκεί, μ' ένα κομμάτι χαρτί κομμένο στραβά, μ' ένα τετράδιο, ένα μπλοκ, ένα κάτι, για να γράψω το όνομά τους στα αραβικά...
εμφανίστηκε κι ο πολυάσχολος μεγαλοδιευθυντής.
μου έσφιξε το χέρι.
ήταν ζεστή τώρα πια η επαφή. του λέω κι εγώ:
συγχαρητήρια! τα παιδιά σας σάς έβγαλαν ασπροπρόσωπο!
ήταν αλήθεια αυτό.
ο καθένας μας όμως εισέπραττε την αλήθεια κάπως διαφορετικά.
καλή σου ώρα ελευθερία, δασκάλα...
3 σχόλια:
Είσαι συγκινητική. Πάντα ήσουν.
Σε χαιρετώ.
Ένας μαθητής σου τού διαδικτύου :)
πόσες φορές τα παιδάκια δείχνουν το δρόμο...
τώρα το πόσο είσαι μαθητής μου...:)
πρόσεχε, από κάποια ηλικία -κι από κάποιες μπόρες- εμείς οι μαντάμ ορτάνς νιώθουμε και ευσυγκίνητες!
'α να μου χαθείς! παλιόπαιδο!', χα χα χα
την αγάπη μου χρήστο! καλημέρα!
πόσο συγκινητικό...
Δημοσίευση σχολίου