Οπωσδήποτε, ένα ποίημα για το εγώ, θα το γράψω!
Το χρωστάω στο παλιομοδίτικο ντύσιμο, στα αδρά χρώματα, τις χάλια γραμμές
Στα τιμωρημένα δάχτυλα που μια ζωή ανάποδα έγραφαν
Στις ατέλειωτες ώρες που με κρατάν ακόμη κάτω από το τραπέζι των εφηβικών χρόνων, πίσω από την πόρτα του μικρού σπιτιού,
--, ώ --, γιατί να το πεις!
Γιατί να με προειδεάσεις πως ποίηση πορνεία είναι του χθεσινού συντηρητικού αυγού με το ανήθικο περπάτημα ενός κόκορα!
Γιατί να μου πεις ότι τα σπλάγχνα της λογοτεχνίας είναι απλοί κανόνες ψυχοδράματος
Κι εγώ
Το εγώ
Να θέλω να καθήσω στο σκαμνί γράφοντας!
ξέχνα ρε μπίλυ τη φανή
Κάθησε ήσυχα στην αλέα του πιο εξωφρενικού κήπου,
Μάζωξε τους καπνούς του πιο σκοτεινού πεπρωμένου σ’ ένα τσιγάρο, και πάψε,
Για μια στιγμή,
Να αφουγκράζεσαι αγάπη.
Γύρισε το πρόσωπο αλλού
Βρίσε με τη χυδαιότητα μιας γυναικείας παρόρμησης
Κι εξακολούθα, φορώντας το παλτό σου, να πλησιάζεις το καλοκαίρι μου.
Εγώ,
Θα σε περιμένω ξάγρυπνη κι ανήθικη στο κρεβάτι του πόνου μου.
Ωραίος στίχος, ε;
Θα αγκομαχώ ανασύροντας νεκρούς από το κεφάλι μου,
Θα είμαι σε διαρκή ρύση αίματος ώστε κανείς δε θα με πλησιάσει
Ω, εγώ, πληγωμένο αγρίμι
Ω, πένθος του πιο προσωπικού βίου
Ανάλαβε την επιθυμία της ποίησης στην κάνιστρα των λογισμών,
Πάρε, δέσε
Πέταξε στο βυθό σου ό,τι παρατρεχάμενο σ’ ακούμπησε
Ζήσε
- ζει ένας ποιητής μαμά;
- Σκάσε και σκάβε
πεπειραμένο εγώ, τ’ αγρίμια φωνάζουν υστερικά το φωτογράφο να τα κοιτάξει.
ελένη κονδύλη. 2008-12-01
4 σχόλια:
Μωρέ να η πιστή άπιστη ε;
Κι εγώ την εψάχνω...στην καρδούλα μας μιλήσατε κυρία μου, τώρα...την πρώτη φορά το πρωί στο στομάχι μας...δεν με παένει το πρωινό ξύπνημα :)
Φιλιά πολλά
είδες το επόμενο ποστ;
το είδε κι ο άλλος;
:)
φιλιά επαμφοτερίζοντα
--, ώ -- … όπου δύο παύλες λείπει ένα όνομα… Που το ‘φαγε η λογοκρισία… Το τονισμένο «ώ»μέγα όμως ανάμεσα, τι να σημαίνει…
Με μπέρδεψες μικρή γλυκιά παυλίτσα!!!
Το είδαμε κι εγώ κι ο μάστορας και μας άρεσε, πολύ
Δημοσίευση σχολίου