Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

σπαραχτική ποίηση

βαρέθηκα πια τους τίτλους, κυρίως τις ετικέτες.
εκατό τα εκατό μετάξι η μπλούζα μου, βαριά η φούστα μου, το κεφάλι μου με μεταξένια μαλλιά, η δασκάλα με τα χρυσά μαλλιά, τα σκοτωμένα μυαλά πάνω μας, πάνω στα κάγκελα, στις ροκ ανταύγειες ανάμεσα στα νιάτα, τη νιότη, τη νιώση, το τελευταίο ατίο, τη σύνθλιψη μεταξύ κάθαρσης και απόφασης.

γνωστικός και μυστικός δρόμας
άγνωστος και σοφός
πέρασμα στον παράδεισο μέσα από την τρύπα βελόνας
άνοιγμα της καρδιάς ενός γέρου μπροστά στο κλάμα ενός παιδιού.

αν ένα κοριτσάκι πεθαίνει μόνο του μέσα σ' ένα πηγάδι,
αν το φάντασμά του κυνηγάει πιο πολύ τη μάνα του παρά το φονιά του,
αν ο φονιάς ποτέ δε θα καταλάβει γιατί οφείλει τώρα πια θάνατο στο μέλλον και το παρόν
αν,
τότε κι εγώ, με σκυμμένο κεφάλι διαβάζω ποιήματα, πικραίνω τις μέρες μου επειδή υπάρχω
χαράζω ψεύτικα σύνορα ανάμεσα σε φως και σκοτάδι, κοτάζω τα φώτα εκεί που υπάρχει φως και τα φώτα είναι άχρηστα, χαράζω σκοτάδι με τα νύχια μου εκεί που κάποιος θα αναζητούσε λίγο φως και δεν έχω να δώσω.

στη γιορτή μου
κάποιος μου έκανε ένα δώρο κι ακόμη δεν μπόρεσα να με συνεφέρω
κι ούτε θα μπορέσω
μιας κι ένα δώρο έχει νόημα όταν δεν έχει σχέση παρά μόνο με παρουσία κι όχι περιουσία.

αντιποίηση στο φάσμα του αυτισμού, του Στ. Ψ.
προσεχώς στο ποιείν.

Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

πίνακι.

αν η κλασικότητα έχει να κάνει με αρχές και όχι με εποχές,
ελάτε να δούμε έναν αρχάγγελο στο μουσείο βυζαντινής τέχνης της αθήνας.
έχει πρόσωπο ανάμεσα στα γλυπτά του αθηναϊκού πανθέου, στο δισκοβόλο του μύρωνα, στον ερμή: πρόσωπο οβάλ, 'ρυθμισμένο' μαθηματικά, δλδ 'ειπωμένο' με τόση αρμονία...
μια σφαίρα στα χέρια του με τα αρχικά του κόσμου και της σωτηρίας του από τον θεάνθρωπο, μια ρομφαία εντελώς σημιτική.
πίσω από τον ερυθροφόρο ρουχισμό, φτερα...
τον κοιτάς και σε στέλνει.
σε στέλνει σε στέλνει
αλλού. στο εσωτερικό της σφαίρας του.
στο δικό σου εσωτερικό.
τη θέση αγγέλου που στέλνει μηνύματα
πήρε ο ισάγγελος
ισάγγελος
που είναι ίσος με άγγελο
είναι ένας κοινός ασιάτης.
στην ασία, όλοι οι ερημίτες φοράνε τρίχινο ένδυμα. τρίχινο είναι το ρούχο του νομάδα, νομάδας είναι ο κτηνοτρόφος ή ο κυνηγός, αυτός που δεν έχει ξεκάθαρη σχέση με ιδιοκτησία, και, κυρίως, με τη γη.
είναι ανεξάρτητος.
είναι αυτός που φεύγει.
ή, που μπορεί, συνεπώς, να έρχεται (και να σου φέρνει μηνύματα).
ή, ακόμη, στις ελάχιστες μάλλον και καλύτερες των περιπτώσεων,τον ακολουθείς εσύ, γιατί σου δείχνει το δρόμο.
δρόμο; δε φαίνεται μόνος του ο δρόμος, όταν είναι δρόμος; επομένως; ε, να: σου δείχνει το δρόμο που δημιουργείται μυστικά στο τοπίο της ζωής, καθώς αυτό ξετυλίγεται στο 'όπου γης και πατρίς', στο 'όλον' που καίγεται και αφήνει το παρόν ανεξίτηλο στο μέλλον.
ένας ισάγγελος
με τρίχινο ένδυμα
προφήτης του παρόντος, σφραγίδα δικαιοσύνης και κάθαρσης.
προφήτης του παρόντος που απευθύνθηκε στους εξουσιαστές του σήμερα και τους είπε ποια είναι η δικαιοσύνη.
τον έβαλαν στη φυλακή, χόρεψε η έρημος μπροστά στον άρχοντα.
τι δώρο θέλεις να σου δώσω;
την κεφαλή του ιωάννη σ' ένα πιάτο.
λυτρωτική για την άρχουσα τάξη η σιωπή.
το κεφάλι δόθηκε στην κορασίδα
κι αυτή το έδωσε στη μητέρα της.
κι η μητέρα της δεν ξέρω τι να έκανε αυτό το μακάβριο σιωπηλό φριχτό πιάτο.

η εικόνα
ισάγγελος, κι έχει φτερά, τίποτα δεν τον δέσμευσε στη γη, στον ουρανό μπορεί να πετούσε, στο νερό να κολυμπούσε, στη γη έφερνε κι έπαιρνε μηνύματα όσο τον δέχτηκαν. τα μηνύματά του ευλόγησε ο Εμμανουήλ στον ιορδάνη, όταν αφέθηκε στην ανθρώπινη ομολογία της θεότητας και στη γνώση/κάθραρση των ανθρώπων.
τι ζωή θεέ μου!
ο ισάγγελος κουβαλά κι αυτός κάτι. φτερά στην πλάτη, σαν τον ερμή στα πόδια, φτερά στην πλάτη για να είναι μακριά μας.
ραβδί στο χέρι, η μοναξιά των βράχων. για να τους ανέβεις, θέλεις το ραβδί του περιηγητή, άλλο στήριγμα από την ίδια τη φύση δεν έχεις.
στο άλλο χέρι ένα πινάκι θάνατο.
ο ιωάννης βαστά το κεφάλι του.
το κεφάλι του δυο φορές: ζωντανό με το σώμα, νεκρό σ'ένα πίνακα ιστορίας.
αυτό το κεφάλι, το επί πίνακι, είναι θέμα ζωγραφικής και βίας και ιστορίας.
η εικόνα όμως, με τον ιωάννη ορθό και άρτιο ως σώμα να κουβαλά τον αποκεφαλισμό του, αυτό, σπάει κάθε κλασικότητα.
σπάει τα κόκκαλα της εξουσίας
της λογικής και της καταπίεσής της
νικάει τη βία,
πλωτά, μέσα στην οικουμένη των ουρανών, της γης, των ποταμών, της κάθε θάλασσας,
αύριο
νηστεύω έτσι, απλά, τον ιωάννη τον αποκεφαλιστή, που λένε, αποκεφαλισθείς, μα, πού να καταλάβεις τις λέξεις
μια ζωή
εν χριστώ
μπροείς να ξεπεράσεις την ιστορία, άρα και το θάνατο.

εγκεφαλικά, λογικά, κοινωνικά, άστα να πάνε,είμαι χάλια.
μα αν τρυφερά περιμένω να ανάψουν ένα κερί για μένα στην εκκλησία σου, άγιε ιωάννη
μπορεί
να ελεήσει το σύμπαν της σωτηρίας του θεού μου
να βρώ ό,τι θα ήταν καλό
για τη ζωή.
να σε κοιτάξω όχι στο πινακι
να σε δω
κάποτε να λάμπεις εμπρός μου, από τη βάπτιση έως τη μεταμόρφωση.
νηστεία αύριο
για ένα θάνατο, άδικο,
όπως όλοι οι θάνατοι.

Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

ένα απόγευμα.

σήμερα ήταν μεγάλη μέρα πάλι.
σε τρεις βδομάδες τρεις κηδείες σε μια οικογένεια, έστω κι αν πρόκειται για ηλικιωμένα άτομα, είναι πολύ...
φανταστείτε ότι θα κάνουμε τα 40 για τις δυο πρώτες μαζί, κι αποφασίσαμε σήμερα να κάνουμε πάρτυ για τα 40 της τρίτης, της τρελάρας της ειρήνης, που πάνω στο έμφραγμά της, έλεγε στο γιατρό: τόσο όμορφος που είσαι σε θέλω και να χαμογελάς...
ό,τι και να λέμε, δοκιμασία για όλους.
μετά γύρισα στο σπίτι με τον αδελφό μου, κουβεντιάζαμε και τσακωνόμαστε για διάφορα, υπερκεράσαμε τις ψυχιατρικές ανάγκες μας μ'ένα υπέροχο παγωτό, δεν έχουμε και λίγα προβλήματα εδώ που τα λέμε, μια συνηθισμένη οικογένεια είμαστε...
το απόγευμα πέτυχα αυτό που ήθελα, να βγω με το σεραφείμ για κάποια μικροψώνια άκρως απαραίτητα. σε κάποια φάση ο σεραφείμ έπρεπε να πάρει παπούτσια. μπήκε σ' ένα μαγαζί που γνωρίζει καλά, ακολούθησα εγώ, κοίταζε από δω, από κει, κυνήγαγα εγώ. σε κάποια φάση δοκίμασε ένα ζευγάρι που του άρεσε.
και να το θαύμα.
μια γλυκιά φωνή είπε στο σεραφείμ: θέλεις να σε βοηθήσω να βάλεις αυτό το παπούτσι;
φαντάστηκα πως είναι υπάλληλος, μα είδα στην πλάτη της νεαρής που μιλούσε μια τσάντα. είδα όμως κι ένα φωτεινό χαμόγελο καθαρό-καθαρό, προσηνέστατο, αγαθό!
της είπα: αφού δεν είσαστε υπάλληλος, τι είσαστε; άγγελος; πού τα έχετε κρύψει τα φτερά σας;
γέλασε κι εκείνη κι η παρέα της.
ήταν τρεις νέοι άνθρωποι ανάμεσα στα 23 έως 30.
ήταν και οι τρεις τόσο καλοσυνάτοι, τόσο αγνοί στην όψη, ο νεκτάριος, η μαρία και η ελένη, μάθαμε τα ονόματά τους μετά, που ο σεραφείμ έπιασε κουβέντα μαζί τους.
δε βλέπεις ταχτικά τέτοιους ανθρώπους.
ο νεκτάριος ήταν ο αδελφός της ελένης που απηύθυνε πρώτη το λόγο στο σεραφείμ. μαζί τους ήταν κι η μαρία, η αρραβωνιαστικά του νεκτάριου.
φεύγανε, τους χαιρετήσαμε, τους ευχηθήκαμε να είναι πάντα έτσι, κι η ελένη με μια γρήγορη κίνηση γύρισε πίσω, ξανανέβηκε τις σκάλες του καταστήματος, και μου είπε:
- κάντε μου μια χάρη, μου ήρθε αυθόρμητα! θέλω να κάνω δώρο στο σεραφείμ τα παπουτσάκια που του αρέσουν. ελπίζω να μου επιτρέπετε.
κι ετοιμαζόταν να πληρώσει τα παπούτσια βγάζοντας χρήματα για να μου δώσει.
της είπα: αφού θέλετε να κάνετε μια τέτοια κίνηση, θα ήθελα να είναι ενήμερος ο σεραφείμ. ο οποίος και δέχτηκε και την ευχαρίστησε, λέγοντάς της με την αφέλειά του: ευχαριστώ! ε! με τα λεφτά σας θα πάρω τροφή για τα αδέσποτα!
κι εγώ είπα στην ελένη: αφήστε μας τα χρήματα με τη συμφωνία να μας δώσετε το τηλέφωνό σας!
η ελένη έδωσε τα στοιχεία της και το τηλέφωνό της: εργάζεται σ' ένα ίδρυμα με παιδιά που έχουν αυτισμό, το μοναδικό πρότυπο στην ελλάδα...

ε, και μετά, μιλάμε για τύχη.
ένα απόγευμα που αντάμοιψε από πολύ πολύ ψυχική κούραση...
η ελένη, η μαρία, ο νεκτάριος, ο σεραφείμ, η ελένη, και πάλι απ' την αρχή...

Σάββατο 21 Αυγούστου 2010

Μετά το σφουγγάρισμα έπιασε το πληκτρολόγιο
Όπως πνιγμένος πιάνεται από τα μαλλιά του
άμυαλο, πια, πράμα, κορμί πλεγμένο στους τοίχους υγρού σπιτιού
Στους πόθους ενός βήματος.
Το ωραίο βήμα της ψυχής και κάθε ανθρώπου είναι καθάριο νερό που πλένει τον άνθρωπο από τον καθημερινό θάνατο.
Ωραίο βήμα είναι να προχωράς
με το κεφάλι σκυμμένο και τη δύναμη του σταυρού μέσα σου
Την καμπούρα στητή και υπερήφανη
Την έπαρση πομπώδη μέσα στην κομπορρημοσύνη μιας ταπεινωμένης ζωής

Εσύ
Εγώ
Αυτοί, αυτοί με το αυτί στον τοίχο με την πλάτη στερεωμένη στο κριτήριο με τα χέρια κοκαλωμένα να βαστούν πέτρες, με έτοιμο το λιθοβολισμό στο κουρσεμένο τους μυαλό

Το ωραίο βήμα
Ένα συγγνώμη στην ταλάντευση του πνιγμένου
Λίγη συμπόνια στο δάσος των κρεμασμένων, την τρέλα του πλανόδιου ποιητή, του αγκυροβολημένου τροβαδούρου
Ένα ευαγγέλιο χαράς στην αποδοχή του φτωχού ανθρώπου
Γένοιτο

Και με τα χέρια ταπεινωμένα
Και με το κεφάλι σκυφτό
Και με τις λέξεις της ελευθερίας ακόμη, ως την στιγμή αυτή, αλώβητες από ψέμα. Γένοιτο, γένοιτο.

ελένη κονδύλη 2010-08-18

Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

τι καιρό κάνει στην ανθρωπότητα

η ανθρωπότητα
όπως η ποσότητα ή η ικανότητα
κι όμως, λέει, ανθρωπότητα, είναι το σύνολο των ανθρώπων. ας πούμε η ανθρωποθάλασσα, ελ-μπάσαρ, αλ-νας, η ουμανιτέ.\
ένα σύνολο ανθρώπων που αφαδάζει με την πίεση της καταπίεσης και την προσπάθεια αξιών όπως η αλληλεγγύη των λαών.
ας πούμε.
λαός.
λεώς.

μου κάνει εντύπωση, μάνα είμαι, η αντίληψη της ανθρωπότητας.
η ανθρωπιά και η απανθρωπιά είναι μέσα στην ανθρωπότητα σαν σφίνα της πραγματικότητας στις γαμημένες τις ιδέες μας.
τις ιδέες μας τις λέω γαμημένες γιατί τις έχουμε πηδήξει, ακριβώς όπως ένας ματσό πηδάει αλλοδαπές χωρίς διάκριση, γιατί γι' αυτόν όλες οι γυναίκες που δεν είναι συγγενείς του, και προπαντός οι ξένες, πουτάνες είναι.
έτσι και κάτι ψωριάρηδες καθωσπρεπιστές, γαμάνε τις ιδέες γιατί δεν είναι οι δικές τους. δικές τους ιδέες είναι μόνο τα άλλοθί τους. τα πολιτικά άλλοθι, οι αριστεροί κουλτουριαρέοι, τα θρησκευτικά άλλοθι, οι ανθρωποφάγοι που χαμογελάνε με επιείκεια μόνο στα παιδιά τους, με οικονομικά άλλοθι, οι καννίβαλοι που θεωρούν ότι είναι καλύτερος όποιος κλέβει με αρχές και κυρίως με κίνητρα.
μέσα σε μια τέτοια ανθρωπότητα ο νόμος της ζούγκλας είναι ένας αθώος νόμος, ενώ το παράστημα του νόμου δίνει συνήθως δίκιο στους ισχυρούς. ρυθμιστικός παράγων εξουσίας ο νόμος, κι όχι θέληση δικαιοσύνης, πολλές φορές.
τι καιρό κάνει στην ανθρωπότητα...

να θυμόσαστε αυτή την πρόταση.
κάνει μποφόρ
κάνει θύελλες
κάνει σεισμούς
κάνει εκρήξεις
κάνει θάνατο και καταφρόνια στην καθημερινότατα

τόσων ανθρώπων.

όχι μόνο στο πακιστάν. στη γειτονιά μας, στο δρόμο μας, στο σπίτι μας. στην ιντελιγκέντσιά μας. στον καθωσπρεπισμό μας.

σταύρο, θα ξαναγράψω γι' αυτά που έγραψες. πέρασα σήμερα από ένα υπόγειο γεφύρι. απλωμένη μια κουβέρτα στο κηγκλίδωμα. κοιμόταν ακόμη.
αν ήταν ξένος, θα λέγαμε: είναι ξένος.
αν ήταν ανάπηρος, θα λέγαμε: είναι ανάπηρος.
αν ήταν καθυστερημένος, θα λέγαμε: είναι καθηστερημένος.
αν ήταν τρελός, θα λέγαμε: είναι τρελός.

τι καιρό κάνει στην ανθρωπότητα. δεν μπορώ να σας πω.

ίσως εκεί να ήταν ένας άνθρωπος,
ναι,
απλώς.
ένας άνθρωπος.

αποκλείεται. δεν εμπίπτει στις δημοκρατικές θεωρίες τέτοιος ορισμός.
θα περάσει από την επιτροπή το κείμενό σας. το δικό σας δλδ. θα εκγριθεί.
ξαπλώστε αγαπημένε στο κρεβάτι του προκρούστη σας, και κοιμηθείτε τον ύπνο του δικαίου μέχρι να μικρύνετε όσο κι εμείς.
οι μεγάλοι.

Σάββατο 14 Αυγούστου 2010

ζέστη.

κάνει ζέση αυές τις μέρες. ήμουνα στη νέα μάκρη με τα παιδιά, πήγα να ψωνίσω, γυρνούσα με το καρότσι και τα ψώνια πάνω στην άσφαλτο. τι βλέπω!
μια πεταλούδα πανέμορφη με τα φτερά της όρθια να 'ξαποσταίνει' πάνω στην άσφαλτο.
τόση ομορφιά, δεν ήθελα να την πατήσει αυτοκίνητο, πάω να την πάρω, περνά ένα αυτοκίνητο, λέω: ή εμένα φοβήθηκε και πέταξε, ή ο αέρας με τη φόρα του αυτοκινήτου την έκανε να πετάξει.
βρέθηκε όρθια πάλι στη μέση της λεωφόρου. σε λίγο τα φτεράκια της έπεσαν πάνω στην άσφαλτο, λέω πάει, έσβησε. όμως τόση ομορφιά δε θέλω να την πατήσουν τα αυτοκίνητα. κοιτάζω, πάω κοντά της. ξαναορθώνει τα φτερά της, έρχεται αυτοκίνητο, κάνω πίσω, εκείνη ψιλοπετάει και φτάνει στην άκρη της λεωφρόρου. αποφασιστικά την παίρνω με προσοχή. τα φτερά της είναι και πάλι όρθια, ζει. στη χούφτα μου μέσα, και την οδηγώ προσεχτικά κάμποσα μέτρα μέσα στον πευκώνα, την βάζω πάνω σε κάτι σκοίνα.
μένω έκθαμβη από τη δύναμη της ζωής!
γυρνάω σπίτι, μαγειρεύω...
χτυπάει το τηλέφωνο. η λαλά ελένη μου, έσβησε τώρα, μόλις τώρα.
δεν πρόλαβα να δοκιμάσω το φαγητό, άφησα τα παιδιά μόνα του κι έτρεξα να την προλάβω. να προλάβω τι; ένας πεθαμένος δε φεύγει. πρόλαβα να τη φιλήσω στο κρεβατάκι της, μπόρεσα να κλάψω μαζί της. έ, 87 χρόνων, ήθελε να πάει να βρει τον άντρα της, τα αδέλφια της όλα, τη μάνα που την άφησε 3 χρόνων ορφανή, φίλους, φίλες...
στο κρεβάτι της απέναντι, δίπλα στο παράθυρο, είχε μια φωτογραφία. δυο όμορφες κοπέλες της δεκαετίας του 40 χαμογελούν με αγάπη. είναι αδελφές. η μια, μεγαλύτερη κατά 5 χρόνια, είναι η μητέρα μου. η άλλη, πιο ξαλέγρα, είναι η λεγόμεννη λαλά από όλα τα ανηψάκια της, και της έμεινε το όνομα.
όταν χήρεψε πριν 5 χρόνια περίπου, έλεγε: έπρεπε εγώ να φύγω μιχαλάκη μου, όχι εσύ, συγγνώμη!
κι εγώ της είχα πει: κάτσε καλά κακομοίρα μου, μη λες ότι θες να φύγεις, γιατί άμα φύγεις, μου φαίνεται ότι όσο δάκρυ δεν έχυσα για τη μάνα και για τον πατέρα μου, θα το χύσω για σένα, γιατί εσύ είσαι η τελευταία! κράτα καλά!
με κοίταζε στα μάτια με τρόμο τότε και δε μίλαγε.
τώρα που είχε καταπέσει, τη ρωτούσαν: τι κάνετε;
απαντούσε: δεν πέθανα! δεν πέθανα.
μετά δεν έλεγε πια τίποτα.
έμενε στο σπίτι του αδελφού μου, με την πεθερά του αδελφού μου. τις φρόντιζε και τις δυο μια γυναίκα.
στις 28 ιουλίου η ιωάννα, η πεθερά του αφελφού μου κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο.
η θεια μου το έμαθε βέβαια, στο διπλανό δωμάτιο ήταν. εκείνη τη μέρα κάθησα λίγο μαζί της. της διάβασα ένα κείμενο από την αγάπη, ένα θρησκευτικό περιοδικό. ήταν ένα πατερικό κείμενο από το γεροντικό. της άρεσε πολύ. το χαμόγελό της όταν της αρέσει κάτι είναι σπουδαίο, και η ομιλία της ανάλογη. το βλέμμα της τρομερό όταν θέλει να πει κάτι που δεν τολμάει.
τότε που της διάβασα ήταν το χαμόγελο και η βαθειά ικανοποίηση.
της υποσχέθηκα πως θα της ξαναδιάβαζα. δεν έγινε.
τέλειωσε το δρόμο της.
και άσφαλτος να είναι ο δρόμος, όταν τελειώνει είναι πολύ οδηνυρός.
λαλά, που να καταλάβουν οι άλλοι, το 'δεν πέθανα'. τώρα νιώθω ότι έφυγε όλη η γενιά πίσω μου. η τάφρος είναι ανοιχτή για μένα.
σμαραγδή, το πραγματικό σου όνομα.
ας αναπαυτείς σε σκηνές δικαίων. σαν την πεταλούδα πάνω στα σκοίνα.
αιωνία σου η μνήμη, καλό ταξίδι στο μοναχικό δρόμο όλων προς το θεό.

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

ευ-

την κυρά ζωή τη λέγανε ζωή και πνίγηκε στη λίμνη των ιωαννίνων.
τι να πεις...
βέβαια αν δεν έχεις διαβάσει, ή αν δε σε έχουν κάποτε βάλει να διαβάσεις με το ζόρι ιστορία, δε θα είχες να πεις τίποτα (και θα γλύτωνε κι ο κόσμος που τυχόν σε διαβάζει).
στο καπνό της μνήμης...
πολλά, μπορεί να σκεφτείς πολλά, με αφορμή μια χαλασμένη μνήμη, όπως το χαλασμένο τυρί: μπορεί να βρωμάει ή να μυρίζει...
αυτή μωρέ, όπως και να τη λέγανε
πόσο βοήθησε συνανθρώπους της, πόσο βοήθησε πολύ κόσμο, πόσο πρόδωσε, πόσο τιμήθηκε αυτάρεσκα ως γυναίκα της εποχής της, πόσο μπορεί η σκέψη της να ήταν όπως οι ράγιες ενός τρένου που τις ρυθμίζει αυτόματα σε κάθε στροφή κάτι πιο βαθύ από τις επιθυμίες μας...
αυτή η κυρά ζωή πνίγηκε, κι ας τη λέγαν αλλιώς.
είναι μια άλλη που τυ λέγαν ευτυχία και πνίγηκε
είναι ένας άλλος που τον λέγαν ευτύχη μα ζούσε χρόνια στη φυλακή

λέει: ουκ εν τω πολλώ το εύ
τι σημαίνει ευπάθεια; ευτέλεια; ευπιστία;
ευτυχία πάντως σημαίνει μάλλον να έχεις πολλή τύχη.
ευπάθεια σημαίνει να έχεις πολλές αδυναμίες.
ευπιστία σημαίνει να έχεις υπερβολικά πολλή εμπιστοσύνη στον καθένα
ευτέλεια; χμ, ίσως ευτέλεια να είναι να γράφεις όπως γράφω εγώ.
τι σημαίνει εύπορος; αυτός που έχει πολλούς πόρους πλούτου
ευτραφής; αυτός που έχει πολλά κιλά, κι όχι απαραιτήτως αυτός που τρώει καλά, ίσως και το αντίθετο.

ουκ εν τω πολλώ το ευ, λοιπόν;

σκέφτηκα ακόμα μια φορά ποια είμαι. έσκυψα στο σκοτάδι μου, ναι, ένα είναι, δεν είναι πολλά τα σκοτάδια: είναι ένας ζόφος όπου τίποτα δεν ξεχωρίζει, άρα ένα είναι.
με σκέφτηκα πληγωμένη ως συνήθως τώρα τελευταία,
και σκέφτηκα πόσο καμιά φορά περιμένεις από φίλους να σε στηρίξουν, να μην τους πεις: 'ε, θέλω στήριγμα', να μην πεις τίποτα.
η εικόνα του πληγωμένου της παραβολής είναι ακριβώς σοφότατη:
ο πληγωμένος δε μιλάει.
είναι έξω από το δρόμο, πεσμένος σε ένα χαντάκι.
ο καλός σαμαρείτης δεν ακούει τίποτα.
βλέπει πως κανείς δεν είναι εκεί, έξω από τη μοναξιά και την αδυναμία αυτού του ανθρώπου.
αυτό φτάνει για να κάνει ό,τι λέει στη συνέχεια η παραβολή.
η παραβολή, όπως όλες οι παραβολές, είναι σύμ-βολικές.
μπορείς δλδ να αλλάζεις επίπεδα εννοιών και με ένα 'συν', να προσθέτεις διαφορετικά νοήματα.
έτσι η συμβολική παραβολή είναι στη θέση του καλού σαμαρείτη ο Χριστός,
που, όπως ο σαμαρείτης, δεν ανήκει στην ίδια φυλή με τους ανθρώπυς, όμως γίνεται ένα με αυτούς, χωρίς άλλη σχέση: κανείς δεν του ζητά να είναι εκεί, κανείς δεν του ζητά να τον φορτώσει στη δύναμή του, το ζώο του, να τον πάει στο πανδοχείο (όπου θα είναι με άλλους ανθρώπους), να πληρώσεις αυτός το αντίτιμο γι' αυτόν, να φύγει και να τον αφήσει εκεί, με τους δικούς του, και να επανέλθει αργότερα να πληρώσει κι άλλο αν χρειαστεί.
-και βέβαια πολλά άλλα έχουν γραφτεί γι' αυτό το διαμάντι-
σε ένα άλλο επίπεδο, στην ίδια παραβολή, ο χριστός ζητάει από τον ΄κάθε άνθρωπο να είναι αυτός που δε θα λογαριάσει διαφορές (φυλή, πίστη, χρώμα, ιδέες) με το συνάνθρωπό του, δε θα κουβεντιάσει μαζί του για να δει πώς να τον βοηθήσει, αλλά αυθόρμητα, ο χριστός θα ήθελε ο καθένας από μας να φερθεί με τέτοιο τρόπο, που

να μην υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο δρόμο και το περιθώριο!!!

ο καλός σαμαρείτης είναι καλός γιατί αφήνει το δρόμο του ή το λεγόμενο δρόμο, μπαίνει στο χαντάκι για να βγάλει από κει αυτόν που είναι αναίσθητος και να τον βοηθήσει να νιώσει τη ζωή. πάλι.

ο δρόμος του καλού σαμαρείτη είναι η ίδια η καλοσύνη.
άλλος δρόμος πέρα από την ταυτότητα του καθενός δεν υπάρχει.
πολύ δύσκολο.
για μερικούς, δρόμος τους μπορεί να είναι το ίδιο το χαντάκι.
γιατί; που να ξέρεις....
σάμπως ξέρεις γιατί κάποιοι άνθρωποι ζουν στα χρυσάφια κι έχουν χρυσή καρδιά, ενώ αυτό συνήθως είναι σπάνιο; κι όμως, υπάρχει. ε λοιπόν, με τον ίδιο τρόπο, κάποιοι άνθρωποι ζουν στο τιμημένο περιθώριο κι είναι μεγάλοι. άλλωστε, να θυμηθούμε ή να μνημονέψουμε (θυμός ή μνήμη, μεγάλη ιστορία κι αυτή) ένα βαν γκόκγ, ή ένα νταλι... (τι διαφορά στη ζωή τους, ο ένας στο περιθώριο ο άλλος στα φώτα, μα άφησαν κι οι δύο έργο φοβερό)
και στο πιο σχετικα΄με το θεό, να δούμε έναν πατέρα παϊσιο που όλοι αγαπάνε, περίπου, ή κάποιον που πέθανε μάρτυρας με πολλούς τρόπους (κι όχι μόνο επειδή τον έσφαξαν ειδωλολάτρες)...
και τώρα, επειδή βιάζομαι να φύγω και δεν αντέχω να αναφερθώ παραπάνω σ' αυτό
να φτάσω έτσι άκομψα στη βάση αυτού που ήθελα να πω:
ευσπλαγχνία,
ευσκπλαγνία, τι να σημαίνει άραγε; μάλλον σημαίνει καλός ρυθμός του εσωτερικού ανθρώπου που έχει σπλάγχνα, καρδίαν, νεφρούς, όσα βρίσκονται μέσα του. αυτά ακριβώς που δεν έχει ο θεός.
κι όμως, αυτός είναι σπλαγνικός
δεν τον νοιάζει δλδ το απέξω μας, βλέπει το μέσα μας πόσο υποφέρει πεταμένο στο χαντάκι του
ευσπλαγχνία, τι λέξη τελικά...

δε σε θέλω εσένα καλοντυμένε χριστιανέ, σε βαρέθηκα, στο πρόγραμμα των ανθρώπινων συναλλαγών σου με το υπερπέραν. στην τράπεζα πίστως. στο χρηματιστήριο αξιών σου. στα σιδηρόφραχτα παράθυρα, θερμομόνωση, ηχομόνωση, απάθεια.
σε βαρέθηκα.
ίσως όμως εσύ να είσαι πιο πληγωμένος και πιο ανήμπορος από κάποιον άλλον που του φαίνεται αυτό πιο πολύ,.
όπως και να είναι

ευσπλαγχνία


σήμερα έχουμε πέντε του μηνός.

αύριο είναι η μέρα που δείχνει ένα βουνό να φωτίζεται από νοητό ήλιο. ένα φως που αντί να καίει λάμπει σα χιόνι πάνω στα ρούχα του.
(το είδε κι ο θεοτοκόπουλος αυτό το φως και το βάζει στις σκιές των ρούχων του)
ο άνθρωπος μέσα στο φως συνδιαλέγεται με δυο πεθαμένους άλλων εποχών, ο ένας αρχηγός λαού, ο μωυσής, κι ο άλλος αρχηγός της ερήμου, δλδ μόνος, προφήτης, ο ηλίας
αυτοί που πρέπει να μάθουν ακουμπάνε με τα μούτρα τους το βουνό. το ακούνε να λάμπει.

η μεταμόρφωση...

είναι πολύ μακριά μου.
όμως με τα μάτια τυφλά πιστεύω στην ευσπλαγχνία Του.


χρόνια πολλά σε όλους
τελικά είναι πιο εύκολο να κουνάς μόνο την άκρη των δακτύλων σου και να γράφεις.
έστω κι έτσι, κάτι ελπίζεις.