Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εκκλησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εκκλησία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011

έχετε πέντε φράγκα; όχι, δεν έχω.

μπα, και χειρότερη πρέπει να ήταν η απάντησή μου, ενώ στο βάθος μου η σκέψη ήταν: έτσι ψυχρή κι αντιπαθητική που μου φαίνεσαι, δε σου δίνω.

θα 'χουν περάσει 30 χρόνια από τότε: κοίταζα τις βιτρίνες στις βρυξέλλες, και να 'σου μια κυρά και μου λέει: μου δίνετε 5 φράγκα; ας πούμε 5 ευρώ, δλδ δεν ήταν και τελείως ευκαταφρόνητο το ποσό. κι εγώ, με απόλυτη ψυχρότητα και αντιπάθεια, της είπα όχι.

το συζήτησα αυτό με τον πατέρα βασίλειο κριβοσέιν, τον αείμνηστο αρχιεπίσκοπο των ρώσων, αυτόν που όταν ερχόταν στο πανεπιστήμιο, ενέπνεε τέτοιο σεβασμό, που όλοι οι βέλγοι σκίζονταν ποιος θα τον μεταφέρει, τι θα ακούσει, κλπ. αυτός με συμβούλεψε πάντα να δίνω, έστω ένα ελάχιστο τίποτα, 'για να μη σκληραίνει η καρδιά, είναι μια πονηριά αυτό', μου είχε πει γελώντας.
τον άκουσα χρόνια, μα τώρα τελευταία, είναι αλλιώς. πολλά τα θέματα, λίγη προσοχή στους γύρω.
τις προάλλες ανέβαινα προς τον ευαγγελισμό. να μια φιγούρα πάνω σ' ένα παγκάκι. παντελόνι, που κάμισο και σακάκι έκρυβαν ένα γυναικείο σώμα που δυσκολευόσουν να το καταλάβεις γυναικείο. ένα σώμα αδυνατισμένο στο φουλ από την πρέζα. το αδύνατο πρόσωπο φαινόταν μάλλον ψέμματα να λέει: 'πεινάω, δώστε κάτι να φάω'.
όχι, δεν έδωσα, ήμουνα βιαστική. το μυαλό μου με δικιολογούσε: τι να της δώσεις, τη δόση της θέλει να πάρει, τι να γίνει, ...
η διδασκαλία του πατρός βασιλείου μου ήρθε και πάλι στο νου. σκέφτηκα ουσιαστικά τον άνθρωπο που ήταν εκεί, σκέφτηκα ξανά χωρίς να απορρίψω την ηλίθια σκέψη μου γύρω από την πρέζα κλπ, και αφού την είχα προσπεράσει, διέσχισα το δρόμο και πήγα απέναντι όπου υπάρχουν μια σειρά μαγαζάκια, φαγάδικα, κλπ κλπ. μπήκα σε ένα φούρνο. πόσο έχει αυτό; τι είναι εκείνο; έχετε τάδε; δε μου γέμισε το μάτι, πήγα δίπλα, και δίπλα, και δίπλα. κατέληξα λίγο πιο πάνω, κι έδωσα το αστρονομικό ποσό των 4 ευρώ και πήρα μια αλμυρή και μια γλυκιά πίτα, κι ένα νερό. χαρτοπετσέτες και τα συναφή. γύρισα πίσω, και γυρνώντας ξαναδιέσχισα το δρόμο λοξά κατευθυνόμενη προς την γυναίκα που καθόταν στον πάγκο.
πριν προλάβω να μιλήσω, το βλέμμα της φωτίστηκε και με βοήθησε να της πω:
είπες ότι πεινούσες, κι εγώ λοιπόν σου έφερα αυτό. ελπίζω να σου αρέσει.
μου έκανε εντύπωση πως γι' αυτήν οι άνθρωποι δεν ήταν απλώς περαστικοί. η τύπισσα ήταν σαν να κατάλαβε από την αρχή ό,τι παίχτηκε μέσα μου. και προφανώς αυτό τη συγκίνησε. το ευχαριστώ της ήταν τέτοιο που με γέμισε χαρά.
με έκανε να σκεφτώ πως πέρα από το φαγητάκι, η γυναίκα αυτή, βλεποντας αυτή την ελάχιστη διαδρομή που έκανα για χάρη της, συγκινήθηκε.
ίσως και για τις δυο μας μαλάκωσε η καρδιά.
αυτή με βοήθησε να εμπαιδώσω καλύτερα αυτό που έλεγε ο αείμνηστος πατέρας βασίλειος κριβοσέιν...

ο κριβοσέιν έμενε πάνω από τη ρώσικη εκκλησία, απέναντι από το χίλτον βρυξελλών. τότε τουλάχιστον, σήμερα δεν ξέρω, ήταν η γειτονιά για τις ακριβές πόρνες: κυκλοφορούσαν σε πανάκριβα αυτοκίνητα και φεύγανε με τον πελάτη προς άγνωστη κατεύθυνση. πολλές ζούσαν διάφορα δράματα. χτυπούσαν όποια ώρα κι αν ήταν το κουδούνι του πατρός βασιλείου, κι αυτός κατέβαινε και άνοιγε την εκκλησία.
τον μάλωναν οι διάφοροι από την επιτροπή της εκκλησίας, λέγοντας: αν θέλετε να σας σκοτώσουν, κάντε ό,τι θέλετε, μα όταν ανοίγετε εδώ, μπορέί να κλέψουν την εκκλησία!
κι εκείνος κουνούσε το γεροντικό κεφαλάκι του πως 'ναι ναι μα όταν κάποιος έχει ανάγκη τι να κάνουμε'....

τι λέω τώρα...

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

8 σεπτεμβρίου.

πάντα στέκομαι στις λέξεις. είναι τα λεωφορεία μου. δεν καθυστερούν ποτέ, έχουν φώτα, μουσική, διαδρομές υπέροχες. όντως λεω/φορεία.
κι όσα κείμενα στέκουν μπροστά μας με λέξεις πραγματικά λεω/φορεία, είναι κείμενα τόσο σεβαστά, που τους χρωστάς ευγνωμοσύνη γιατί σε οδηγούν σε μεγάλα ταξίδια. άφοβα. αγέρωχα. μεγαλειώδη.
τι να πω, σε μένα οι λέξεις δεν είναι λεωφορεία, είναι απλώς εργαλεία μέτριας ψυχοθεραπείας ή μαγειρικής. με τις λέξεις προσπαθώ να καλέσω σε τραπ΄ζι τους φίλους. ένα 'έλα πάρε', κι ο φίλος, λέει 'χμ, εντάξει'. το διαβάζει από ευγένεια. λίγα παίρνει. το φαγητό μου είναι μέτριο. αλλά η θέληση της επικοινωνίας βασίζεται στη σκέψη του μεγαλείου όσων μ' αγγίζουν.

σήμερα η σκέψη ότι το μέσα και το έξω ανήκουν στο Όλον.
στο Παν, που πάντα μας αγκαλιάζει, έστω κι αν δεν το καταλαβαίνουμε.

μια γυναίκα του φώναξε: μακάρια η κοιλιά που σε βάσταξε κι οι μαστοί που σε θήλασαν.
κι αυτός της είπε: ΑΚΡΙΒΩΣ! μενούν γε! μακάριοι αυτοί που ακούνε το λόγο του Θεού και οι φυλάσσοντες αυτόν!!!!
'η κοιλία η βαστάσασά Σε' είναι λοιπόν ακριβώς αυτό: 'οι ακούοντες τον λόγον του θεού'
"Σε" είναι ο λόγος που έγινε σάρκα. είναι το απανταχού παρόν δεύτερο πρόσωπο, ο διάλογος με τον κόσμο, η προσ-ευχή του ανθρώπου στον ύψιστο, που ήρθε κοντά, και σπλαγχνικός εσκήνωσε στη σάρκα και την κοιλία γυναίκας.
αυτή που τον βάστηξε είναι αυτή που τον κράτησε, που άνοιξε την καρδιά της στο θέλημα του πανάγαθου. ακούω και ακουτισθήσομαι... δέχομαι και απολαμβάνω το λόγο της ελπίδας σου θεέ μου και κύριέ μου.
κι άμα κρατάς στο σκοτάδι του χέρι του φωτός που άκουσες, κι έχεις το νου σου στα λόγια του απερινόητου, κι ακουμπάς την πίστη σου σ' εκείνον που δεν είδες αλλά δέχτηκες, τότε μεγαλώνει σε σένα ο σπόρος του σπορέα, κι ο αμνός κι ο ποιμένας, κι η ρίζα στο χώμα και το άνθος της ευωδιάς, και το δέντρο της ζωής κι ο σταυρός της ανάστασης, κι η αγάπη για τα πάντα του πανταχού παρόντος.
αυτή είναι η κυοφορία της ανθρώπινης κοιλίας, αυτά γεννάει κι όχι τις μετοχές για έναν παράδεισο ή μια κόλαση.
κι η φωνή είπε: μακαρία η κοιλία που σε είχε μέσα της και το στήθος που σε θήλασε όταν βγήκες έξω και σε μεγάλωσε.
κι οι μαστοί ους εθήλασας = είναι οι φυλάσσοντες αυτόν, αυτό ακριβώς, λέει εκείνος.
οι φυλάσσοντες τον λόγο στη σιωπή, είναι οι μαστοί. αυτοί θρέφουν το λόγο, όχι τα λόγια.
εγώ μιλάω. αν όμως αντί να μιλάω το βουλώνω και θρέφω τον κόσμο, και δωρίζω τη ζωή που μου έδωσες υπηρετώντας γύρω μου, και αναλώνω το χρόνο αγαθύνοντας γύρω μου, αυτό είναι η μεγαλύτερη φωνή που μιλάει με τη σιωπή της ταπείνωσης και της θυσίας....

σήμερα πήγα για λίγο στην εκκλησία, είναι το γενέθλιο της Παναγίας. άκουσα το ευαγγέλιο, θυμήθηκα την μ.π. που έλεγε, σχολιάζοντας το συγκεκριμένο χωρίο: στην κοινωνία της λεγόμενης ανδροκρατίας του μεσαίωνα, εδώ οι πατέρες της εκκλησίας βρίσκουν το χωρίο αυτό και λένε ότι ο Χριστός μας καλεί όλους να μοιάσουμε μ' έναν άνθρωπο: με μια γυναίκα. Σ'αυτήν δίνει τα σκήπτρα της ομοιότητας προς τη σωτηρία.
αλήθεια, τι είναι σωτηρία;
είναι η πράξη που σώζει κι ο λόγος που σωπαίνει.
είναι ο λόγος που γίνεται σάρκα. Ας σκηνώσει στην πίστη του καθενός μας, ας γίνουμε άνθρωποι με ανοιχτά τα αυτιά και την εσωτερική διάθεση, σε σιωπηλή διαρκή συνομιλία με την καλοσύνη και την ταπείνωση που σώζει.

το κομμάτι του ευαγγελίου που άκουσα: επάρασά τις φωνή εκ του όχλου και είπε 'μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ούς εθήλασας'.
ο Χριστός απάντησε:
'μενούν γε, μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του θεού και φυλάσσοντες αυτόν'.

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

ευ-

την κυρά ζωή τη λέγανε ζωή και πνίγηκε στη λίμνη των ιωαννίνων.
τι να πεις...
βέβαια αν δεν έχεις διαβάσει, ή αν δε σε έχουν κάποτε βάλει να διαβάσεις με το ζόρι ιστορία, δε θα είχες να πεις τίποτα (και θα γλύτωνε κι ο κόσμος που τυχόν σε διαβάζει).
στο καπνό της μνήμης...
πολλά, μπορεί να σκεφτείς πολλά, με αφορμή μια χαλασμένη μνήμη, όπως το χαλασμένο τυρί: μπορεί να βρωμάει ή να μυρίζει...
αυτή μωρέ, όπως και να τη λέγανε
πόσο βοήθησε συνανθρώπους της, πόσο βοήθησε πολύ κόσμο, πόσο πρόδωσε, πόσο τιμήθηκε αυτάρεσκα ως γυναίκα της εποχής της, πόσο μπορεί η σκέψη της να ήταν όπως οι ράγιες ενός τρένου που τις ρυθμίζει αυτόματα σε κάθε στροφή κάτι πιο βαθύ από τις επιθυμίες μας...
αυτή η κυρά ζωή πνίγηκε, κι ας τη λέγαν αλλιώς.
είναι μια άλλη που τυ λέγαν ευτυχία και πνίγηκε
είναι ένας άλλος που τον λέγαν ευτύχη μα ζούσε χρόνια στη φυλακή

λέει: ουκ εν τω πολλώ το εύ
τι σημαίνει ευπάθεια; ευτέλεια; ευπιστία;
ευτυχία πάντως σημαίνει μάλλον να έχεις πολλή τύχη.
ευπάθεια σημαίνει να έχεις πολλές αδυναμίες.
ευπιστία σημαίνει να έχεις υπερβολικά πολλή εμπιστοσύνη στον καθένα
ευτέλεια; χμ, ίσως ευτέλεια να είναι να γράφεις όπως γράφω εγώ.
τι σημαίνει εύπορος; αυτός που έχει πολλούς πόρους πλούτου
ευτραφής; αυτός που έχει πολλά κιλά, κι όχι απαραιτήτως αυτός που τρώει καλά, ίσως και το αντίθετο.

ουκ εν τω πολλώ το ευ, λοιπόν;

σκέφτηκα ακόμα μια φορά ποια είμαι. έσκυψα στο σκοτάδι μου, ναι, ένα είναι, δεν είναι πολλά τα σκοτάδια: είναι ένας ζόφος όπου τίποτα δεν ξεχωρίζει, άρα ένα είναι.
με σκέφτηκα πληγωμένη ως συνήθως τώρα τελευταία,
και σκέφτηκα πόσο καμιά φορά περιμένεις από φίλους να σε στηρίξουν, να μην τους πεις: 'ε, θέλω στήριγμα', να μην πεις τίποτα.
η εικόνα του πληγωμένου της παραβολής είναι ακριβώς σοφότατη:
ο πληγωμένος δε μιλάει.
είναι έξω από το δρόμο, πεσμένος σε ένα χαντάκι.
ο καλός σαμαρείτης δεν ακούει τίποτα.
βλέπει πως κανείς δεν είναι εκεί, έξω από τη μοναξιά και την αδυναμία αυτού του ανθρώπου.
αυτό φτάνει για να κάνει ό,τι λέει στη συνέχεια η παραβολή.
η παραβολή, όπως όλες οι παραβολές, είναι σύμ-βολικές.
μπορείς δλδ να αλλάζεις επίπεδα εννοιών και με ένα 'συν', να προσθέτεις διαφορετικά νοήματα.
έτσι η συμβολική παραβολή είναι στη θέση του καλού σαμαρείτη ο Χριστός,
που, όπως ο σαμαρείτης, δεν ανήκει στην ίδια φυλή με τους ανθρώπυς, όμως γίνεται ένα με αυτούς, χωρίς άλλη σχέση: κανείς δεν του ζητά να είναι εκεί, κανείς δεν του ζητά να τον φορτώσει στη δύναμή του, το ζώο του, να τον πάει στο πανδοχείο (όπου θα είναι με άλλους ανθρώπους), να πληρώσεις αυτός το αντίτιμο γι' αυτόν, να φύγει και να τον αφήσει εκεί, με τους δικούς του, και να επανέλθει αργότερα να πληρώσει κι άλλο αν χρειαστεί.
-και βέβαια πολλά άλλα έχουν γραφτεί γι' αυτό το διαμάντι-
σε ένα άλλο επίπεδο, στην ίδια παραβολή, ο χριστός ζητάει από τον ΄κάθε άνθρωπο να είναι αυτός που δε θα λογαριάσει διαφορές (φυλή, πίστη, χρώμα, ιδέες) με το συνάνθρωπό του, δε θα κουβεντιάσει μαζί του για να δει πώς να τον βοηθήσει, αλλά αυθόρμητα, ο χριστός θα ήθελε ο καθένας από μας να φερθεί με τέτοιο τρόπο, που

να μην υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο δρόμο και το περιθώριο!!!

ο καλός σαμαρείτης είναι καλός γιατί αφήνει το δρόμο του ή το λεγόμενο δρόμο, μπαίνει στο χαντάκι για να βγάλει από κει αυτόν που είναι αναίσθητος και να τον βοηθήσει να νιώσει τη ζωή. πάλι.

ο δρόμος του καλού σαμαρείτη είναι η ίδια η καλοσύνη.
άλλος δρόμος πέρα από την ταυτότητα του καθενός δεν υπάρχει.
πολύ δύσκολο.
για μερικούς, δρόμος τους μπορεί να είναι το ίδιο το χαντάκι.
γιατί; που να ξέρεις....
σάμπως ξέρεις γιατί κάποιοι άνθρωποι ζουν στα χρυσάφια κι έχουν χρυσή καρδιά, ενώ αυτό συνήθως είναι σπάνιο; κι όμως, υπάρχει. ε λοιπόν, με τον ίδιο τρόπο, κάποιοι άνθρωποι ζουν στο τιμημένο περιθώριο κι είναι μεγάλοι. άλλωστε, να θυμηθούμε ή να μνημονέψουμε (θυμός ή μνήμη, μεγάλη ιστορία κι αυτή) ένα βαν γκόκγ, ή ένα νταλι... (τι διαφορά στη ζωή τους, ο ένας στο περιθώριο ο άλλος στα φώτα, μα άφησαν κι οι δύο έργο φοβερό)
και στο πιο σχετικα΄με το θεό, να δούμε έναν πατέρα παϊσιο που όλοι αγαπάνε, περίπου, ή κάποιον που πέθανε μάρτυρας με πολλούς τρόπους (κι όχι μόνο επειδή τον έσφαξαν ειδωλολάτρες)...
και τώρα, επειδή βιάζομαι να φύγω και δεν αντέχω να αναφερθώ παραπάνω σ' αυτό
να φτάσω έτσι άκομψα στη βάση αυτού που ήθελα να πω:
ευσπλαγχνία,
ευσκπλαγνία, τι να σημαίνει άραγε; μάλλον σημαίνει καλός ρυθμός του εσωτερικού ανθρώπου που έχει σπλάγχνα, καρδίαν, νεφρούς, όσα βρίσκονται μέσα του. αυτά ακριβώς που δεν έχει ο θεός.
κι όμως, αυτός είναι σπλαγνικός
δεν τον νοιάζει δλδ το απέξω μας, βλέπει το μέσα μας πόσο υποφέρει πεταμένο στο χαντάκι του
ευσπλαγχνία, τι λέξη τελικά...

δε σε θέλω εσένα καλοντυμένε χριστιανέ, σε βαρέθηκα, στο πρόγραμμα των ανθρώπινων συναλλαγών σου με το υπερπέραν. στην τράπεζα πίστως. στο χρηματιστήριο αξιών σου. στα σιδηρόφραχτα παράθυρα, θερμομόνωση, ηχομόνωση, απάθεια.
σε βαρέθηκα.
ίσως όμως εσύ να είσαι πιο πληγωμένος και πιο ανήμπορος από κάποιον άλλον που του φαίνεται αυτό πιο πολύ,.
όπως και να είναι

ευσπλαγχνία


σήμερα έχουμε πέντε του μηνός.

αύριο είναι η μέρα που δείχνει ένα βουνό να φωτίζεται από νοητό ήλιο. ένα φως που αντί να καίει λάμπει σα χιόνι πάνω στα ρούχα του.
(το είδε κι ο θεοτοκόπουλος αυτό το φως και το βάζει στις σκιές των ρούχων του)
ο άνθρωπος μέσα στο φως συνδιαλέγεται με δυο πεθαμένους άλλων εποχών, ο ένας αρχηγός λαού, ο μωυσής, κι ο άλλος αρχηγός της ερήμου, δλδ μόνος, προφήτης, ο ηλίας
αυτοί που πρέπει να μάθουν ακουμπάνε με τα μούτρα τους το βουνό. το ακούνε να λάμπει.

η μεταμόρφωση...

είναι πολύ μακριά μου.
όμως με τα μάτια τυφλά πιστεύω στην ευσπλαγχνία Του.


χρόνια πολλά σε όλους
τελικά είναι πιο εύκολο να κουνάς μόνο την άκρη των δακτύλων σου και να γράφεις.
έστω κι έτσι, κάτι ελπίζεις.