η λούμα είναι φίλη μου. κι ας ζει στην αυστραλία τώρα, νομίζω πως κι αυτή που και που θα με θυμάται.
την είχα γνωρίσει τη δεκαετία του 90, στο γαλλικό ινστιτούτο αθηνών, στη σίνα.
πρόσφυγας. χωρίς χαρτιά ακόμη τότε. με τον άντρα της τον Χ και την κόρη της την άγια.
ερχόταν από τη Βαγδάτη, ναι με Β, όχι β. τη Βαγδάτη.
γίναμε φίλες αμέσως. της ζήτησα να μου κάνει μαθήματα προφορικών αραβικών και να την πληρώνω. ανέλαβε μετά χαράς. εγώ βέβαια ποτέ δεν έμαθα να μιλάω. το μπλόκο είναι πολύ παλιό, και νομίζω πλέον αξεπέραστο, έστω κι αν άρχισα να μελετώ αραβικά από το 77, έστω κι αν έχω τελειώσει διδακτορικό στην αραβική λογοτεχνία, έστω κι αν μέχρι τώρα βγάζω τα ματάκια μου μ' αυτή την υπέροχη γλώσσα και πολιτισμό, ποτέ δε θα μάθω να μιλάω, είναι δεδομένο. δε βαριέσαι! ξέρω να κοιτάω. και να καταλαβαίνω. μα γιατί τα γράφω αυτά τώρα, δεν είναι το θέμα, θα επανέλθω.
το σπίτι της λούμας εδώ στην αθήνα ήταν ένα ζεστό υπόγειο πολυκατοικίας. με τον άντρα μου τότε, αφού δε δεχόταν ποτέ πληρωμή η λούμα, αγοράσαμε χαλιά να καλύψουμε το σπίτι. η πεντάχρονη άγια να μπορεί να περιφέρεται χωρίς υγρασία. τα δοντάκια της άγια ήταν φαγωμένα, μα αυτό ήταν το λιγότερο.
η λαθρομετανάστης λούμα κέρδιζε κάποια χρήματα γιατί πληρωνόταν με την ώρα από την αστυνομία ως διερμηνέας, γνώριζε τις γλώσσες της περιοχής της, αραβικά, ουρντού, πέρσικα, συν αγγλικά και γαλλικά, τέλεια!
πώς ήρθατε εδώ λούμα;
με τα πόδια προς την τουρκία, κι από κει 4 μήνες στην άγκυρα, και μετά στην κωνσταντινούπολη. δε θέλω να θυμάμαι τους 6 μήνες που πέρασα εκεί. γι' αυτό σου λέω, δε θέλω χρήματα από σένα...
μου έλεγε με μάτια σκοτεινά.
γιατί έφυγες λούμα; η ερώτηση ήταν δική μου, όταν στο μάθημα περιγράφαμε η κάθε μια το σπίτι της, κι εκείνη μου περιέγραφε ένα διώροφο με κήπο στην βαγδάτη.
γιατί δεν μπορούσαμε να ζήσουμε εκεί: ο άντρας μου είχε έναν ξάδελφο κούρδο, ήρθε στη βαγδάτη, τον φιλοξενήσαμε, και μετά χάσαμε και οι δυο τη δουλειά μας και αγρίεψαν ξαφνικά τα πάντα. πληρώσαμε και φύγαμε μυστικά από τα βουνά...
δε μιλούσε πολύ η λούμα.
με έμμεσο τρόπο έδινε πληροφορίες.
όταν μιλούσαμε για κανόνες γραμματικής, το αγαπημένο δικό μου κομμάτι, η λούμα έφερνε παραδείγματα πάντα με το στρατό.
σε κάποια φάση νευρίασε και μου είπε: συγγνώμη, τα 'χω βάλει με τον εαυτό μου, αλλά όταν μαθαίναμε γραμματική, πάντα με τέτοια παραδείγματα τη μαθαίναμε, και μου έχουν μείνει! ά στο καλό!
η τελευταία ματωμένη οικονομικά διαρροή κόστισε στη λούμα 12.000 δολλάρια, για ένα ψεύτικο διαβατήριο του άντρα της, που σώνει και καλά ήθελε να πάει στον καναδά.
του λέγαμε ότι εκεί δεν είναι όπως εδώ. εδώ σε ξέρουν και δε λένε τίποτα, η λούμα λαθρομετανάστης πληρώνεται από την αστυνομία, εκεί δεν έχει τέτοια...
ο άντρας της όμως ήταν ανυπόμονος κι έλεγε: εδώ όμως είμαστε τόσο καιρό και δε μας δίνουν ούτε χαρτιά ούτε τίποτα. εκεί μόλις πατήσω το πόδι μου θα ζητήσω πολιτικό άσυλο και θα φέρω μετά και τη λούμα με την άγια...
τελικά τον έπιασαν στο ελληνικό αεροδρόμιο, δείχνοντάς του οι ίδιοι οι αστυνομικοί πόσο κακοφτιαγμένο ήταν το διαβατήριο που του είχαν δώσει...
και πού βρήκατε λούμα 12.000 δολλάρια για το ψευτοδιαβατήριο;
πουλήσαμε το σπίτι, έχουμε λεφτά μας τα έστειλαν φίλοι από τη συρία....
ευτυχώς χάρη στη λούμα η ιστορία τέλειωσε καλά: η αυστραλία τους έδωσε πολιτικό άσυλο, έφυγαν όλοι μαζί από την ελλάδα και πήγαν εκεί...
ας είναι καλά!
η άγια τώρα θα έχει σπουδάσει στο πανεπιστήμιο, ίσως να έχει παντρευτεί, ίσως η φίλη μου η λούμα να γράφει πια βιβλία για τις περιπέτειές της, κι ο άντρας της να είναι πιο ευχαριστημένος εκεί, αν δεν έχει τρελαθεί μη αντέχοντας τέτοιες εξελίξεις στη ζωή του...
ποιος ξέρει...
ας είναι καλά αυτοί.
τους αφγανούς δεν τους ξέρω.
ποτέ δε θα γνωρίσω πόσα λεφτά έδωσαν για να στριμωχτούν στο κλεμμένο φορτηγάκι. 45 άτομα στο κλεμμένο, 45 κεφάλια επί πόσα λεφτά για ένα αβέβαιο μέλλον;
η χασούρα πάνω στο χιόνι είναι κάμποσα κεφάλια.
και να δείτε που οι έμποροι των ονείρων παριστάνουν και τους 'καλούς', διαλέγουν κράσεις μεταξύ των σκλάβων που θα μεταφερθούν κι αφήνουν άλλους...
άραγε, τι θα γινόταν αν δεν υπήρχαν αυτοί που μετράνε λεφτά σε κάθε κεφάλι;
που βγάζουν το μαύρο, καρακατάμαυρο χρήμα, με χασούρα ανάμεσα σε βάρκα, αυτοκίνητο, φορτηγάκι κλπ;
που χτίζουν μ' αυτό το χρήμα το γάμο της κόρης τους, την εταιρεία του γιου τους, το μαγαζί τους, το μαγαζί αυτού που θέλει να τον δανείσουν λεφτά, -και κοίτα, εγώ για την ψυχή της μάνας μου το κάνω, δε βγάζω τίποτα εγώ όσα λεφτά και να πληρώσεις πανωτόκια φίλε στηρίζεις το σπίτι σου-, κλπ κλπ κλπ
μέχρι τη στιγμή της θείας δίκης.
μα πριν απ' αυτή, σήμερα στον αστακό κοντά, το χιόνι μπορεί να μην κοκκίνησε από ντροπή. ντροπή.
από αίμα κοκκίνησε κάποιων που αργά ή γρήγορα κάποια μάνα, κάποια αδερφή ή αδερφός, κάποια αγαπητικά θα κλάψει, όταν κάποτε μάθει,
πως πριν βρουν την ελπίδα, στη θέση της, βρήκαν την κόλαση.
ας είναι ελαφρύ το ξένο χώμα που θα σκεπάσει αυτές τις ψυχούλες. ήθελαν να φύγουν από τη δυσκολία του τόπου τους και βρήκαν το θάνατο κάπου αλλού.
δεν ξέρω. πονάει η ψυχή μου.
την είχα γνωρίσει τη δεκαετία του 90, στο γαλλικό ινστιτούτο αθηνών, στη σίνα.
πρόσφυγας. χωρίς χαρτιά ακόμη τότε. με τον άντρα της τον Χ και την κόρη της την άγια.
ερχόταν από τη Βαγδάτη, ναι με Β, όχι β. τη Βαγδάτη.
γίναμε φίλες αμέσως. της ζήτησα να μου κάνει μαθήματα προφορικών αραβικών και να την πληρώνω. ανέλαβε μετά χαράς. εγώ βέβαια ποτέ δεν έμαθα να μιλάω. το μπλόκο είναι πολύ παλιό, και νομίζω πλέον αξεπέραστο, έστω κι αν άρχισα να μελετώ αραβικά από το 77, έστω κι αν έχω τελειώσει διδακτορικό στην αραβική λογοτεχνία, έστω κι αν μέχρι τώρα βγάζω τα ματάκια μου μ' αυτή την υπέροχη γλώσσα και πολιτισμό, ποτέ δε θα μάθω να μιλάω, είναι δεδομένο. δε βαριέσαι! ξέρω να κοιτάω. και να καταλαβαίνω. μα γιατί τα γράφω αυτά τώρα, δεν είναι το θέμα, θα επανέλθω.
το σπίτι της λούμας εδώ στην αθήνα ήταν ένα ζεστό υπόγειο πολυκατοικίας. με τον άντρα μου τότε, αφού δε δεχόταν ποτέ πληρωμή η λούμα, αγοράσαμε χαλιά να καλύψουμε το σπίτι. η πεντάχρονη άγια να μπορεί να περιφέρεται χωρίς υγρασία. τα δοντάκια της άγια ήταν φαγωμένα, μα αυτό ήταν το λιγότερο.
η λαθρομετανάστης λούμα κέρδιζε κάποια χρήματα γιατί πληρωνόταν με την ώρα από την αστυνομία ως διερμηνέας, γνώριζε τις γλώσσες της περιοχής της, αραβικά, ουρντού, πέρσικα, συν αγγλικά και γαλλικά, τέλεια!
πώς ήρθατε εδώ λούμα;
με τα πόδια προς την τουρκία, κι από κει 4 μήνες στην άγκυρα, και μετά στην κωνσταντινούπολη. δε θέλω να θυμάμαι τους 6 μήνες που πέρασα εκεί. γι' αυτό σου λέω, δε θέλω χρήματα από σένα...
μου έλεγε με μάτια σκοτεινά.
γιατί έφυγες λούμα; η ερώτηση ήταν δική μου, όταν στο μάθημα περιγράφαμε η κάθε μια το σπίτι της, κι εκείνη μου περιέγραφε ένα διώροφο με κήπο στην βαγδάτη.
γιατί δεν μπορούσαμε να ζήσουμε εκεί: ο άντρας μου είχε έναν ξάδελφο κούρδο, ήρθε στη βαγδάτη, τον φιλοξενήσαμε, και μετά χάσαμε και οι δυο τη δουλειά μας και αγρίεψαν ξαφνικά τα πάντα. πληρώσαμε και φύγαμε μυστικά από τα βουνά...
δε μιλούσε πολύ η λούμα.
με έμμεσο τρόπο έδινε πληροφορίες.
όταν μιλούσαμε για κανόνες γραμματικής, το αγαπημένο δικό μου κομμάτι, η λούμα έφερνε παραδείγματα πάντα με το στρατό.
σε κάποια φάση νευρίασε και μου είπε: συγγνώμη, τα 'χω βάλει με τον εαυτό μου, αλλά όταν μαθαίναμε γραμματική, πάντα με τέτοια παραδείγματα τη μαθαίναμε, και μου έχουν μείνει! ά στο καλό!
η τελευταία ματωμένη οικονομικά διαρροή κόστισε στη λούμα 12.000 δολλάρια, για ένα ψεύτικο διαβατήριο του άντρα της, που σώνει και καλά ήθελε να πάει στον καναδά.
του λέγαμε ότι εκεί δεν είναι όπως εδώ. εδώ σε ξέρουν και δε λένε τίποτα, η λούμα λαθρομετανάστης πληρώνεται από την αστυνομία, εκεί δεν έχει τέτοια...
ο άντρας της όμως ήταν ανυπόμονος κι έλεγε: εδώ όμως είμαστε τόσο καιρό και δε μας δίνουν ούτε χαρτιά ούτε τίποτα. εκεί μόλις πατήσω το πόδι μου θα ζητήσω πολιτικό άσυλο και θα φέρω μετά και τη λούμα με την άγια...
τελικά τον έπιασαν στο ελληνικό αεροδρόμιο, δείχνοντάς του οι ίδιοι οι αστυνομικοί πόσο κακοφτιαγμένο ήταν το διαβατήριο που του είχαν δώσει...
και πού βρήκατε λούμα 12.000 δολλάρια για το ψευτοδιαβατήριο;
πουλήσαμε το σπίτι, έχουμε λεφτά μας τα έστειλαν φίλοι από τη συρία....
ευτυχώς χάρη στη λούμα η ιστορία τέλειωσε καλά: η αυστραλία τους έδωσε πολιτικό άσυλο, έφυγαν όλοι μαζί από την ελλάδα και πήγαν εκεί...
ας είναι καλά!
η άγια τώρα θα έχει σπουδάσει στο πανεπιστήμιο, ίσως να έχει παντρευτεί, ίσως η φίλη μου η λούμα να γράφει πια βιβλία για τις περιπέτειές της, κι ο άντρας της να είναι πιο ευχαριστημένος εκεί, αν δεν έχει τρελαθεί μη αντέχοντας τέτοιες εξελίξεις στη ζωή του...
ποιος ξέρει...
ας είναι καλά αυτοί.
τους αφγανούς δεν τους ξέρω.
ποτέ δε θα γνωρίσω πόσα λεφτά έδωσαν για να στριμωχτούν στο κλεμμένο φορτηγάκι. 45 άτομα στο κλεμμένο, 45 κεφάλια επί πόσα λεφτά για ένα αβέβαιο μέλλον;
η χασούρα πάνω στο χιόνι είναι κάμποσα κεφάλια.
και να δείτε που οι έμποροι των ονείρων παριστάνουν και τους 'καλούς', διαλέγουν κράσεις μεταξύ των σκλάβων που θα μεταφερθούν κι αφήνουν άλλους...
άραγε, τι θα γινόταν αν δεν υπήρχαν αυτοί που μετράνε λεφτά σε κάθε κεφάλι;
που βγάζουν το μαύρο, καρακατάμαυρο χρήμα, με χασούρα ανάμεσα σε βάρκα, αυτοκίνητο, φορτηγάκι κλπ;
που χτίζουν μ' αυτό το χρήμα το γάμο της κόρης τους, την εταιρεία του γιου τους, το μαγαζί τους, το μαγαζί αυτού που θέλει να τον δανείσουν λεφτά, -και κοίτα, εγώ για την ψυχή της μάνας μου το κάνω, δε βγάζω τίποτα εγώ όσα λεφτά και να πληρώσεις πανωτόκια φίλε στηρίζεις το σπίτι σου-, κλπ κλπ κλπ
μέχρι τη στιγμή της θείας δίκης.
μα πριν απ' αυτή, σήμερα στον αστακό κοντά, το χιόνι μπορεί να μην κοκκίνησε από ντροπή. ντροπή.
από αίμα κοκκίνησε κάποιων που αργά ή γρήγορα κάποια μάνα, κάποια αδερφή ή αδερφός, κάποια αγαπητικά θα κλάψει, όταν κάποτε μάθει,
πως πριν βρουν την ελπίδα, στη θέση της, βρήκαν την κόλαση.
ας είναι ελαφρύ το ξένο χώμα που θα σκεπάσει αυτές τις ψυχούλες. ήθελαν να φύγουν από τη δυσκολία του τόπου τους και βρήκαν το θάνατο κάπου αλλού.
δεν ξέρω. πονάει η ψυχή μου.